Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • νευρωνικός , ή, ό νευ-ρω-νι-κός επίθ. (επιστ.): που σχετίζεται με τους νευρώνες ή τα νευρωνικά δίκτυα: (ΒΙΟΛ.-ΙΑΤΡ.) ~ός: θάνατος. ~ή: απώλεια/δραστηριότητα/(δυσ)λειτουργία. ~ό: κύκλωμα/σύστημα/υπόστρωμα.|| (ΠΛΗΡΟΦ.) ~ός: έλεγχος. ● ΣΥΜΠΛ.: νευρωνικά δίκτυα: ΠΛΗΡΟΦ. μοντέλα υπολογιστή παράλληλης επεξεργασίας που προσομοιάζουν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί ο ανθρώπινος εγκέφαλος: τεχνητά ~ ~. ~ ~ και ευφυή υπολογιστικά συστήματα. Χρήση (αλγορίθµων) ~ών ~ων. Βλ. τεχνητή νοημοσύνη. [< αγγλ. neural net(work), 1947] [< αγγλ. neuronal, 1901, γαλλ. ~, 1955]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.