Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • ντε πιες ουσ. (ουδ.) {άκλ.} & ντεπιές: γυναικείο ένδυμα που συνδυάζει δύο κομμάτια από το ίδιο ύφασμα (π.χ. παντελόνι με μπλούζα), τα οποία φοριούνται σαν σύνολο: νυφικό/φόρεμα ~. Βλ. μπικίνι, ταγιέρ. [< γαλλ. deux-pièces, 1925]

μπικίνι

μπικίνι μπι-κί-νι ουσ. (ουδ.) {άκλ.}: γυναικείο μαγιό που αποτελείται από δύο τμήματα, το πάνω για το στήθος και το κάτω για την περιοχή των γλουτών και των γεννητικών οργάνων: αποκαλυπτικό/καυτό/μικροσκοπικό ~. ~ με μπανέλα.|| Ολόσωμο ~ (: που ενώνει το πάνω με το κάτω μέρος). Βλ. μονοκίνι, ντε πιες. ● Υποκ.: μπικινάκι (το) ● ΣΥΜΠΛ.: γραμμή του μπικίνι & (προφ.) μπικίνι: το όριο που διαγράφει στο γυναικείο σώμα το κάτω μέρος του μπικίνι, αφήνοντας ακάλυπτο ένα τμήμα του εφηβαίου στο οποίο γίνεται αποτρίχωση για αισθητικούς λόγους. [< αγγλ. bikini line, 1979] [< γαλλ. εμπορ. ονομασ. bikini, 1946, αγγλ. ~, 1947]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.