Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • ντιτζέι ντι-τζέ-ι ουσ. (αρσ. + θηλ.) {άκλ.} & ντι-τζέι & DJ/dj: επαγγελματίας που αναλαμβάνει την ηχητική-μουσική κάλυψη σε κλαμπ και εκδηλώσεις (π.χ. πάρτι, γαμήλιες δεξιώσεις) ή στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση, επιλέγοντας και βάζοντας ηχογραφημένη μουσική· μπορεί, επίσης, να συνθέτει μουσική, χρησιμοποιώντας δείγματα ηχογραφημένης. ΣΥΝ. ντισκ τζόκεϊ [< αμερικ. deejay, περ. 1948]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.