οπότε [ὁπότε] ο-πό-τε σύνδ. εισάγει δευτερεύουσα πρόταση 1. συνεπώς, έτσι: Έχει πολλή δουλειά, ~ δεν θα έρθει.2. και τότε: Θα εργάζεται μέχρι το τέλος του χρόνου, ~ και λήγει η σύμβασή του. [< αρχ. ὁπότε]
όποτε [ὅποτε] ό-πο-τε σύνδ. 1. κάθε φορά που, όσες φορές: ~ τον συναντούσα, ήταν διαρκώς απασχολημένος. Συμβούλιο συγκαλείται ~ το κρίνει απαραίτητο ο Πρόεδρος. ~ είχα ευκαιρία, τον επισκεπτόμουν. 2. όποια στιγμή, όταν (τυχόν): Ξεκινάμε ~ είσαι έτοιμος. Θα βρεθούμε ~ μπορέσεις. Γυμνάζεται ~ και όπου μπορεί. ● ΦΡ.: όποτε και/κι αν: σε κάθε ή οποιαδήποτε χρονική στιγμή: ~ ~ γίνουν εκλογές, θα είμαστε έτοιμοι. ~ ~ του τηλεφωνήσεις, θα είναι εκεί. Πβ. οποτεδήποτε. [< μεσν. όποτε]
οποτεδήποτε [ὁποτεδήποτε] ο-πο-τε-δή-πο-τε επίρρ.: σε οποιονδήποτε χρόνο: φτηνά ταξίδια οπουδήποτε και ~. Βλ. -δήποτε.|| (ως χρονικός σύνδ., όποτε κι αν:) Πέρασε από το γραφείο μου ~ θελήσεις. [< αρχ. φρ. ὁπότε δή με προσθήκη του ποτέ, αγγλ. whenever]
-δήποτε
-δήποτε{άκλ.} (συνήθ. επιτατ.): επίθημα αντωνυμιών και επιρρημάτων με αοριστολογική σημασία ή/και γενικευτική αναφορά: οποιοσ~/οποτε~/οπου~/οπωσ~/οσοσ~/οτι~. Βλ. αναφορικές αντωνυμίες.
ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ
Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα 210 3664700 Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.