Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • παράστημα πα-ρά-στη-μα ουσ. (ουδ.) {παραστήμ-ατος}: το παρουσιαστικό ή και ο τρόπος στάσης του σώματος: αγέρωχο/αθλητικό/αρχοντικό/επιβλητικό/ευθυτενές/λεβέντικο/μεγαλοπρεπές/περήφανο/ωραίο ~. ΣΥΝ. κορμοστασιά [< μτγν. παράστημα ‘αυτό που είναι τοποθετημένο δίπλα, γενικότ. άγαλμα’, γαλλ. prestance]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.