Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • παρανόηση πα-ρα-νό-η-ση ουσ. (θηλ.): παρεξήγηση, παρερμηνεία: βασική/θεμελιώδης/μεγάλη/πλήρης ~. Φοβάμαι πως έχει γίνει ~. Ζητώ συγγνώμη για την όποια ~ εκ μέρους μου. Για την/προς αποφυγή οποιασδήποτε ~ης, είναι σημαντικό να διαβάσετε όλο το κείμενο. [< μτγν. παρανόησις ‘παράνοια’, αγγλ. misunderstanding]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.