Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • πλαστότητα πλα-στό-τη-τα ουσ. (θηλ.) (λόγ.): η ιδιότητα του πλαστού: ~ της (υπο)γραφής/των δεδομένων/ενός έργου τέχνης/των στοιχείων/των χειρογράφων. Αναγνώριση/ανιχνευτής/διαπίστωση/έλεγχος ~ας χαρτονομισμάτων. Απέδειξε την ~ του εγγράφου. Βλ. εικονικότητα. Βλ. -ότητα. ΑΝΤ. γνησιότητα [< μεσν. πλαστότης]

εικονικότητα

εικονικότητα [εἰκονικότητα] ει-κο-νι-κό-τη-τα ουσ. (θηλ.) 1. (επιστ.) φαινομενικότητα και ειδικότ. ιδιότητα δικαιοπραξίας που καταρτίστηκε εκούσια με ψευδή δήλωση: ~ γάμου.|| (ΝΟΜ.) ~ σύμβασης/συναλλαγής/των φορολογικών στοιχείων. 2. ΠΛΗΡΟΦ. ιδιότητα αυτού που δημιουργείται μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή ή δικτύου υπολογιστών: η ~ του διαδικτύου. Βλ. -ότητα. [< 1: γαλλ. virtualité 2: αγγλ. virtuality]

-ότητα

-ότητα (λόγ.) επίθημα αφηρημένων θηλυκών ουσιαστικών που δηλώνουν 1. κατάσταση ή χαρακτηριστικό: αυστηρ~/γνησι~/προνοητικ~. Βλ. -ύτητα.|| (ΕΚΚΛΗΣ.) Oσι~/παναγι~. Αγι~/ιερ~ (ΣΥΝ. -οσύνη). 2. (περιληπτ., παράγ. από ουσ.) σύνολο ατόμων με κοινή ιδιότητα: αδελφ~/ανθρωπ~. [< αρχ. -ότης]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.