Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • πολυεστερικός , ή, ό πο-λυ-ε-στε-ρι-κός επίθ.: ΧΗΜ.-ΤΕΧΝΟΛ. που αποτελείται από πολυεστέρα: ~ός: στόκος. ~ή: βαφή. ~ό: ύφασμα. ~ές: ίνες. ~ά: ρολά/σκάφη/φύλα. [< αγγλ. polyester, 1975

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.