Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 2 εγγραφές  [0-2]


  • πουά που-ά επίθ. {άκλ.}: που έχει βούλες: ~ πουκάμισο/ύφασμα/φόρεμα.|| (ως ουσ., το αντίστοιχο σχέδιο :) Φέτος θα φορεθούν πολύ τα ~. Βλ. ριγέ. [< γαλλ. pois]
  • πουαντιλισμός που-α-ντι-λι-σμός ουσ. (αρσ.) & πουαντιγισμός: ΚΑΛ. ΤΕΧΝ. ζωγραφική τεχνική, σύμφωνα με την οποία η απόδοση των αντικειμένων γίνεται με τη μορφή χρωματικών κουκκίδων πάνω στην επιφάνεια του πίνακα. Βλ. -ισμός. [< γαλλ. pointillisme]

-ισμός

-ισμός επίθημα αφηρημένων αρσενικών ουσιαστικών που δηλώνει 1. ενέργεια, αποτέλεσμα: καταρτ~/μεταβολ~/πανηγυρ~/παραθερ~/συμψηφ~/υπνωτ~.|| Oραματ~/προβληματ~. 2. θεωρία, τέχνη: αγνωστικ~/δαρβιν~/δυϊσμός/ουμαν~/πλουραλ~/σχετικ~. Kαπιταλ~/κομμουν~/σοσιαλ~.|| (αρνητ.) Σκοταδ~.|| (κίνημα:) Δημοτικ~. Φεμιν~.|| (διδασκαλία:) Στωικ~/χριστιαν~. Μανιχα-ϊσμός.|| Κλασικ~/μινιμαλ~/ρεαλ~/ρομαντ~. 3. στάση, συμπεριφορά: αλτρου~.|| (συνήθ. μειωτ.) Αριβ~/ατομ~/εγω~/σοβιν~/στρουθοκαμηλ~/χαμαιλεοντ~/χαφιεδ~. 4. ενασχόληση, δραστηριότητα: αθλητ~/ακτιβ~/αλπιν~/προσκοπ~. 5. ΙΑΤΡ. πάθηση, νόσο: δαλτον~. 6. φαινόμενο: γεωτροπ~/ιον~.|| Γαλλ~.

ριγέ

ριγέ ρι-γέ επίθ. {άκλ.}: που έχει ρίγες: ~ μπλουζάκι/πουκάμισο/ύφασμα. ~ χαρτί. Πβ. γραμμωτός.|| (ως ουσ., το αντίστοιχο σχέδιο:) Είναι στη μόδα τα ~. Πβ. ζεβρέ. Βλ. πουά. ΣΥΝ. ριγάτος, ριγωτός [< γαλλ. rayé, με επίδρ. της λ. ρίγα]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.