Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • προαπαιτούμενος , η, ο προ-α-παι-τού-με-νος επίθ.: που αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για κάτι: ~ος: όρος. ~ες: γνώσεις. ~α: μαθήματα (πβ. υποχρεωτικός). ● Ουσ.: προαπαιτούμενο (το): καθετί που αποτελεί προϋπόθεση, προκαταρκτικό όρο: ~α για την εγγραφή (σε τμήμα)/για το μάθημα. Βασικό ~ για την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί ... Πβ. εκ των ων ουκ άνευ. [< μτχ. εν. του μτγν. ρ. προαπαιτῶ, αγγλ. prerequisite]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.