Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • προβιταμίνη προ-βι-τα-μί-νη ουσ. (θηλ.): ΒΙΟΧ. ουσία που μπορεί να μετατραπεί μέσα στον οργανισμό σε βιταμίνη. Βλ. καροτίνη. [< αγγλ. provitamin, 1927, γαλλ. provitamine, 1938]

καροτίνη

καροτίνη κα-ρο-τί-νη ουσ. (θηλ.) & καροτένιο (το): ΒΙΟΧ. οργανική χρωστική ουσία (C40H56), πρόδρομος της βιταμίνης Α, που βρίσκεται σε φυτά και φυτοφάγα ζώα: άλφα (α-)/γάμα (γ-) ~. Βλ. πιγμέντο, προβιταμίνη, ρετινόλη, -ίνη. ● ΣΥΜΠΛ.: β-/βήτα καροτίνη/καροτένιο: καροτενοειδές με αντιοξειδωτική δράση που περιέχεται κυρ. στο καρότο, σε σκούρα πράσινα και κίτρινα λαχανικά και φρούτα: Η β-καροτίνη προστατεύει την καρδιά. Τα δαμάσκηνα αποτελούν καλή πηγή β-καροτένιου. [< γερμ. Karotin, αγγλ. carotene, carotin, γαλλ. carotène, 1924]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.