Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • προμήκης , ης, ες προ-μή-κης επίθ. ουδ. πρόμηκες {προμήκ-ους | -εις (ουδ. -η)} (λόγ.): που έχει μεγάλο μήκος, επιμήκης· κυρ. στο ● ΣΥΜΠΛ.: προμήκης μυελός: ΑΝΑΤ. το κατώτερο τμήμα του εγκεφάλου, το οποίο μαζί με τη γέφυρα συνδέουν τον εγκέφαλο με τον νωτιαίο μυελό. [< αρχ. προμήκης, νεολατ. medulla oblongata]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.