Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • πρωταγωνιστής, πρωταγωνίστρια πρω-τα-γω-νι-στής ουσ. (αρσ. + θηλ.): ηθοποιός που πρωταγωνιστεί σε θεατρική ή κινηματογραφική παράσταση ή σε τηλεοπτική σειρά· (κατ' επέκτ., για πρόσ.) βασικός παράγοντας: δημοφιλής/κύριος ~ ταινίας. Ο ρόλος του ~ή. Χρίστηκε ~ του θεάτρου (: για σπουδαίο ηθοποιό). Ο ~ του έργου υποδύεται έναν ... Βλ. κομπάρσος.|| ~ σε αγώνα/προσπάθεια (πβ. πρωτεργάτης, πρωτοστάτης). Ο ~ της αναμέτρησης/νίκης. Οι ~ές των γεγονότων/του δράματος/του σκανδάλου. Οι ~ές της χρονιάς που έφυγε. Βλ. δευτερ-, τριτ-αγωνιστής, συμ~.|| (ως επίθ.) ~τριες εταιρείες στη μουσική βιομηχανία. [< μτγν. πρωταγωνιστής ‘που βρίσκεται στην πρώτη γραμμή, πρώτος υποκριτής’, γαλλ. protagoniste, αγγλ. protagonist]

δευτερ-

δευτερ- βλ. δευτερο-

κομπάρσος

κομπάρσος κο-μπάρ-σος ουσ. (αρσ.) {σπάν. θηλ. κομπάρσα}: (σε τηλεοπτικό, κινηματογραφικό ή θεατρικό έργο) βουβό συνήθ. πρόσωπο, το οποίο πλαισιώνει τους ηθοποιούς: πρωταγωνιστές και ~οι. Εμφανίζομαι/συμμετέχω σε ταινία ως ~. Κάνω τον ~ο. Βλ. γλάστρα, δευτεραγωνιστής, ήρωας, κασκαντέρ.|| (μτφ.) Ρόλος ~ου (: ασήμαντος, διακοσμητικός). Χώρα που έχει γίνει/καταντήσει ~ (πβ. ουραγός). [< ιταλ. comparsa, γαλλ. comparse]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.