Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • πρωταγωνιστώ [πρωταγωνιστῶ] πρω-τα-γω-νι-στώ ρ. (αμτβ.) {πρωταγωνιστ-είς ..., -ώντας | πρωταγωνίστ-ησα, -ήσει} 1. (για ηθοποιό) υποδύομαι τον κύριο ρόλο, κυρ. σε ταινία, παράσταση: ~εί σε διαφημιστική καμπάνια/σίριαλ. Βλ. συμ~. 2. (μτφ.) παίζω τον πρώτο ρόλο· για κάποιον ή κάτι που αποτελεί σημαντικό, κύριο παράγοντα σε μια υπόθεση, ένα γεγονός: Η ομάδα μας ~εί στο πρωτάθλημα. Η εταιρεία ~εί στον χώρο των τηλεπικοινωνιών. ~ησε (: έπαιξε καθοριστικό ρόλο) στην προσπάθεια ανασύνταξης της χώρας. Πβ. πρωτοστατώ. [< 1: αρχ. πρωταγωνιστῶ]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.