Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • πρωτεάση πρω-τε-ά-ση ουσ. (θηλ.) & (σπάν.) πρωτεϊνάση: ΒΙΟΧ. κάθε ένζυμο που διασπά πρωτεΐνες σε μικρότερα πεπτιδικά τμήματα και αμινοξέα μέσω της πρωτεόλυσης: αναστολείς ~ης. Βλ. αμυλ-, λιπ-άση, πεψ-, χυμοθρυψ-ίνη. [< γαλλ. protéase, 1900, αγγλ. protease, 1903]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.