Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • ρεαλισμός ρε-α-λι-σμός ουσ. (αρσ.) 1. αντιμετώπιση της πραγματικότητας χωρίς συναισθηματισμούς και εξωραϊσμούς, και η ανάλογη συμπεριφορά: κυνικός/πολιτικός/σκληρός/υγιής/ωμός ~. Αντιμετωπίζω/βλέπω/εξετάζω την κατάσταση/το πρόβλημα με ~ό. Χαρακτηρίζεται από απουσία/έλλειψη ~ού. Πβ. πραγματισμός. 2. ΚΑΛ. ΤΕΧΝ. -ΛΟΓΟΤ. καλλιτεχνικό και λογοτεχνικό ρεύμα που υποστηρίζει την ακριβή αναπαράσταση της πραγματικότητας, χωρίς καμία τάση εξιδανίκευσης: αφηγηματικός/κοινωνικός ~. Ο ~ στη ζωγραφική/στο θεάτρο/στον κινηματογράφο. Βλ. νατουραλισμός, νεο~, υπερ~, φωτο~. ΑΝΤ. ρομαντισμός. || (κυρ. στην πεζογραφία) μαγικός ~ (: ανάμειξη φαντασιακών στοιχείων με ρεαλιστικά). 3. ΦΙΛΟΣ. θεωρία σύμφωνα με την οποία κάθε αντικείμενο που γίνεται αντιληπτό μέσω των αισθήσεων υπάρχει ανεξάρτητα από τη γνώση ενός υποκειμένου. Βλ. νεο~, -ισμός. ΣΥΝ. πραγματοκρατία ΑΝΤ. ιδεαλισμός (1), ονοματοκρατία ● ΣΥΜΠΛ.: ποιητικός ρεαλισμός βλ. ποιητικός, σοσιαλιστικός ρεαλισμός βλ. σοσιαλιστικός [< γαλλ. réalisme]

νατουραλισμός

νατουραλισμός να-του-ρα-λι-σμός ουσ. (αρσ.) 1. ΛΟΓΟΤ. -ΚΑΛ.ΤΕΧΝ. ρεύμα που εμφανίστηκε στη Γαλλία κατά τα τέλη του 19ου αι. και επεδίωκε την πιστή, σχεδόν φωτογραφική απόδοση της πραγματικότητας μέσα από πληθώρα λεπτομερειών, χωρίς ωραιοποιήσεις ή/και συναισθηματισμούς. Βλ. ρεαλ-, συμβολ-ισμός. 2. ΦΙΛΟΣ. φυσιοκρατία. [< γαλλ. naturalisme]

ποιητικός

ποιητικός, ή, ό ποι-η-τι-κός επίθ. 1. ΛΟΓΟΤ. που σχετίζεται με την ποίηση: ~ός: διαγωνισμός/λόγος. ~ή: ανθολογία/βραδιά/γλώσσα/γραφή/δημιουργία/έκφραση/έμπνευση/παραγωγή/συλλογή/σύνθεση/τέχνη. ~ό: ταλέντο/ύφος. ~ά: είδη/έργα/κείμενα/ρεύματα. ~ό: θέατρο. Βλ. λογοτεχνικός, μουσικο~, πεζός.|| (μτφ.) ~ός: οίστρος. ~ή: ευαισθησία/ματιά/φαντασία/φλέβα. ΑΝΤ. αντιποιητικός (1) 2. (μτφ.) που χαρακτηρίζεται από ρομαντισμό, λυρισμό και υψηλή αισθητική: ~ή: ατμόσφαιρα/διάθεση/εικόνα/στιγμή. Ακούγεται πολύ ~ (= ρομαντικό). Πβ. ονειρικός.|| ~ός: κινηματογράφος. ● επίρρ.: ποιητικά & (λόγ.) -ώς [-ῶς] ● ΣΥΜΠΛ.: ποιητικός ρεαλισμός: ΚΙΝΗΜ. ρεύμα του γαλλικού κινηματογράφου (κυρ. τη δεκαετία του 1930), το οποίο υποστήριζε έναν τρόπο αναπαράστασης που δανειζόταν στοιχεία από την πραγματικότητα (ιδ. από το ζοφερό και εξαχρειωμένο αστικό περιβάλλον), για να απομακρυνθεί εντελώς από αυτή κατά την εξέλιξη της ταινίας. Βλ. νατουραλισμός. [< γαλλ. réalisme poétique] , ποιητική αδεία βλ. άδεια, ποιητικό αίτιο βλ. αίτιο [< 1: αρχ. ποιητικός 2: γαλλ. poétique]

σοσιαλιστικός

σοσιαλιστικός, ή, ό σο-σι-α-λι-στι-κός επίθ.: ΠΟΛΙΤ.-ΟΙΚΟΝ. που σχετίζεται με τον σοσιαλιστή ή τον σοσιαλισμό: ~ός: μετασχηματισμός/τύπος. ~ή: (δια)κυβέρνηση/επανάσταση/κοινωνία/οργάνωση. ~ό: στρατόπεδο/υνέδριο. ● επίρρ.: σοσιαλιστικά & (λόγ.) -ώς [-ῶς] ● ΣΥΜΠΛ.: Σοσιαλιστική Διεθνής: διεθνής ομοσπονδία στην οποία συμμετέχουν εργατικά, σοσιαλιστικά και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα με ρόλο σημαντικό παγκοσμίως είτε σε κυβερνητική θέση είτε ως αξιωματική αντιπολίτευση. [< αγγλ. Socialist International, 1951, γαλλ. Internationale socialiste] , σοσιαλιστικός ρεαλισμός: κίνημα στην πρώην Σοβιετική Ένωση σύμφωνα με το οποίο το έργο του καλλιτέχνη ή του συγγραφέα οφείλει να αντικατοπτρίζει και να εκθειάζει τη σοσιαλιστική κοινωνία. [< αγγλ. socialist realism, 1934] [< γαλλ. socialiste]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.