Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • ρουφήχτρα ρου-φή-χτρα ουσ. (θηλ.) (προφ.) 1. δίνη νερού· ό,τι μοιάζει με αυτή: θαλάσσια ~. Πβ. ρούφουλας, υδροστρόβιλος.|| Διαστημική ~. Πβ. μαύρη τρύπα.|| (μτφ.) ~ες που απομυζούν τον δημόσιο πλούτο. 2. (παλαιότ.-μτφ.-ειρων.) μπεκρής, πότης.

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.