σαρωτής σα-ρω-τής ουσ. (αρσ.) 1. ΠΛΗΡΟΦ. συσκευή που μεταφέρει στον ηλεκτρονικό υπολογιστή εικόνες, κείμενα, σχέδια, μετατρέποντάς τα σε ψηφιακή μορφή, έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η αξιοποίησή τους από τον χρήστη (αποθήκευση, επεξεργασία, προώθηση, εκτύπωση): έγχρωμος/επαγγελματικός/ηλεκτρονικός/φορητός/ψηφιακός ~. ~ δικτύου/λέιζερ/χειρός. ~ γραμμωτού κώδικα/εγγράφων/φιλμ/φωτογραφιών. Επίπεδοι ~ές. ~ές δακτυλικών αποτυπωμάτων. ~ές με λογισμικό οπτικής αναγνώρισης. Βλ. αντιγραφικό, περιφερειακή συσκευή/μονάδα. ΣΥΝ. σκάνερ 2. ΤΕΧΝΟΛ. κάθε ηλεκτρονικό σύστημα σάρωσης, ανίχνευσης: τρισδιάστατος ~. ~ές ασφαλείας/θερμοκρασίας (: σε αεροδρόμια, για ανίχνευση αντικειμένων ή επιβατών που έχουν πυρετό). Πβ. ανιχνευτής.|| (ΙΑΤΡ.) Εικόνες από ιατρικό ~ή (βλ. αξονικός, μαγνητικός τομογράφος). ~ές PET (: για την απεικόνιση του εγκεφάλου). [< μτγν. σαρωτής 'αυτός που σκουπίζει' 1: αμερικ. scanner, 1968, 2: αγγλ. ~, 1927]
αντιγραφικό
αντιγραφικό [ἀντιγραφικό] α-ντι-γρα-φι-κό ουσ. (ουδ.) ΤΕΧΝΟΛ. 1. μηχάνημα ή σύστημα που αντιγράφει ψηφιακά δεδομένα, κυρ. εικόνα και ήχο: ~ CD/DVD. Βλ. πολυμηχάνημα, σαρωτής.2. φωτοαντιγραφικό. [< αγγλ. copier, 1917]
αξονικός
αξονικός, ή, ό [ἀξονικός] α-ξο-νι-κός επίθ.: που σχηματίζει άξονα, ακολουθεί την κατεύθυνσή του ή γενικότ. σχετίζεται με αυτόν: ~ός: ανεμιστήρας/σκελετός. ~ή: κίνηση/συμμετρία/ταχύτητα. ~ό: σύστημα/φορτίο. ~ές: δυνάμεις. ~ά: αερόθερμα. Βλ. ομο~. ● ΣΥΜΠΛ.: αξονική/υπολογιστική τομογραφία βλ. τομογραφία [< γαλλ. axonique, axial, αγγλ. axial]
ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ
Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα 210 3664700 Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.