Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • σημαιοστολίζω ση-μαι-ο-στο-λί-ζω ρ. (μτβ.) {σημαιοστόλι-σε, σημαιοστολί-στηκε, -σμένος}: τοποθετώ σημαίες σε δημόσιους ή ιδιωτικούς χώρους και κτίρια λόγω εθνικής εορτής ή επίσημης τελετής: Η πόλη ~στηκε με γαλανόλευκες. ~σμένη: πλατεία (= σημαιοστόλιστη). ~σμένα: μπαλκόνια. [< γαλλ. pavoiser]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.