Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • σιλουέτα σι-λου-έ-τα ουσ. (θηλ.): περίγραμμα, μορφή ανθρώπινου συνήθ. σώματος και κυρ. λεπτό και καλλίγραμμο σώμα, ιδ. γυναικείο: Διέκρινα τη ~ του. Φορέματα που κολακεύουν τη ~ (= γραμμή) σας. (κατ' επέκτ.) Οι ~ες των δέντρων/κτιρίων. Πβ. φιγούρα.|| Άψογη/ελκυστική/ψηλόλιγνη ~. Υγιεινή διατροφή για όμορφη ~. Διατηρώ/προσέχω/χαλάω τη ~ μου. Βλ. -έτα. [< γαλλ. silhouette, γαλλ. ανθρ. É. de Silhouette]

-έτα

-έτα: κατάληξη για τον σχηματισμό θηλυκών ουσιαστικών από δάνειες κυρ. λέξεις: βεντ~/βιολ~/ετικ~/ζακ~/κασ~/κλακ~/κοκ~/κοτολ~/κροκ~/μακ~/μαριον~/μοτοσικλ~/μπαγκ~/ομελ~/οπερ~/παλ~/πλακ~/ρακ~/ροζ~/ρουκ~/ρουλ~/σιλου~/τουαλ~/τριπλ~/τρομπ~/φουρκ~.

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.