Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • σκανάρω σκα-νά-ρω ρ. (μτβ.) {σκάναρ-α κ. -ισα, -ισμένος, σκανάρ-οντας}: ΠΛΗΡΟΦ. ψηφιοποιώ έντυπο κείμενο ή εικόνα με σκάνερ: ~ διάγραμμα/χάρτη. ~ισμένη: φωτογραφία. ~ισμένα: βιβλία/περιοδικά/σχέδια. ΣΥΝ. σαρώνω (3) [< αγγλ. scan]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.