Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • σμηκτικός , ή, ό σμη-κτι-κός επίθ.: ΦΥΣ. που αναφέρεται στην κατάσταση κατά την οποία τα μόρια των υγρών κρυστάλλων δεν μπορούν να μετακινηθούν παρά μόνο στο εσωτερικό παράλληλων επιπέδων που ισαπέχουν μεταξύ τους: ~ή: φάση. [< μτγν. σμηκτικός 'καθαρ(ισ)τικός', αγγλ. smectic, 1923, γαλλ. smectique, 1924]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.