Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • σοβαρότητα σο-βα-ρό-τη-τα ουσ. (θηλ.) 1. αξιοπιστία, υπευθυνότητα, συνέπεια: απουσία/έλλειμμα ~ας. Του λείπει η ~/έχει χάσει τη ~ά του. Λίγη ~, παρακαλώ (: μην ενεργείτε πρόχειρα, απερίσκεπτα). Αντιμετωπίζω με ~ το ζήτημα. Χειρίζεται την υπόθεση με τη δέουσα ~. Δήλωσε με απόλυτη/κάθε ~ ότι ... (: χωρίς αστεία, σοβαρά). ΑΝΤ. ανευθυνότητα, επιπολαιότητα 2. (για κάτι δυσάρεστο, ανησυχητικό) κρισιμότητα ή βαρύτητα: η ~ της απειλής/του ατυχήματος/του εθισμού/της κατάστασης/του κινδύνου/των περιστάσεων/του προβλήματος (πβ. ένταση, οξύτητα). Πβ. επικινδυνότητα.|| Η ~ των αδικημάτων/της νόσου/της παράβασης/των συμπτωμάτων. 3. σπουδαιότητα, σημαντικότητα: η ~ της αποστολής/του εγχειρήματος/του ζητήματος/του λόγου/της στιγμής/της υπόθεσης. Βλ. -ότητα. [< μτγν. σοβαρότης, αγγλ. seriousness]

-ότητα

-ότητα (λόγ.) επίθημα αφηρημένων θηλυκών ουσιαστικών που δηλώνουν 1. κατάσταση ή χαρακτηριστικό: αυστηρ~/γνησι~/προνοητικ~. Βλ. -ύτητα.|| (ΕΚΚΛΗΣ.) Oσι~/παναγι~. Αγι~/ιερ~ (ΣΥΝ. -οσύνη). 2. (περιληπτ., παράγ. από ουσ.) σύνολο ατόμων με κοινή ιδιότητα: αδελφ~/ανθρωπ~. [< αρχ. -ότης]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.