σπουδαστήριο σπου-δα-στή-ρι-ο ουσ. (ουδ.) {σπουδαστηρ-ίου}: χώρος ή αίθουσα εκπαιδευτικού συνήθ. ιδρύματος που προορίζεται για μελέτη ή/και έρευνα: ~ αρχαιολογίας/γλωσσολογίας/μαθηματικών/μηχανικής. Το ~ του πανεπιστημίου. Η βιβλιοθήκη/ο εξοπλισμός του ~ίου. Πβ. αναγνωστήριο. Βλ. εργαστήριο, -τήριο. [< σπουδαστήριο(ν), 17ος αι. ‘σχολείο, σχολή’, ‘γερμ. Studierzimmer, γαλλ. étude]
εργαστήριο
εργαστήριο [ἐργαστήριο] ερ-γα-στή-ρι-ο ουσ. (ουδ.) {-ου (λόγ.) -ίου} & εργαστήρι (κυρ. στις σημ. 2,3) 1. (συχνά με κεφαλ. Ε) χώρος ειδικά εξοπλισμένος για επιστημονική έρευνα, πείραμα, παρατήρηση, εξέταση: αιματολογικό/ακτινολογικό/βιοχημικό/μικροβιολογικό ~. ~ Ανατομίας/Βιολογίας/Ηλεκτρονικών Υπολογιστών/Πληροφορικής/Φαρμακευτικής/Φωνητικής/Χημείας (πβ. χημείο)/Ψυχολογίας. Βοηθός/υπεύθυνος ~ίου. Ιατρικά/πανεπιστημιακά/σχολικά ~α. Βλ. -τήριο.2. μέρος κατάλληλο για την εκτέλεση χειρωνακτικών, τεχνικών εργασιών, που λειτουργεί συνήθ. και ως σημείο πώλησης των παραγόμενων προϊόντων: ηλεκτρολογικό/οδοντοτεχνικό ~. ~ αγγειοπλαστικής/αργυροχρυσοχοΐας/γλυπτικής/επίπλων/ζαχαροπλαστικής/ζωγραφικής (= ατελιέ, στούντιο)/κεραμικής/χειροτεχνίας.3. εκπαιδευτικό κέντρο για την εκμάθηση και πρακτική εξάσκηση σε ένα αντικείμενο: βιωματικό/θεατρικό/πειραματικό ~. ~ δημοσιογραφίας/ελευθέρων σπουδών/σκηνοθεσίας/σχεδίου/υποκριτικής/φωτογραφίας/χορού.|| ~α για παιδιά (: παιδικά ~α).4. (συνεκδ.) μάθημα πρακτικών ασκήσεων και επιστημονικών εφαρμογών σε Σχολή: βιωματικό/υποχρεωτικό ~. Συμπληρωματικά ~α (: για αναπλήρωση χαμένων ωρών ή για ενίσχυση της διδασκαλίας). Παραδόσεις και ~α. Πέρασα το ~.5. Επιστημονική συνάντηση συνήθ. κατά τη διάρκεια συνεδρίου για την παρουσίαση, συζήτηση ή και πρακτική εξάσκηση σε συγκεκριμένο θέμα, συνάντηση εργασίας. || (κυρ. ως εκπαιδευτικό πρόγραμμα) Βιωματικά ~α (προβληματισμού και ευαισθητοποίησης). Βλ. βιωματική μάθηση. ● ΣΥΜΠΛ.: εικονικό εργαστήριο: ΠΛΗΡΟΦ. λογισμικό το οποίο παρέχει τη δυνατότητα προσομοίωσης και γραφικής αναπαράστασης των αποτελεσμάτων διαφόρων φαινομένων, επίλυσης εργαστηριακών ασκήσεων καθώς και σχεδίασης υπολογιστικών συστημάτων: ~ ~ Μαθηματικών/Φυσικής., εργαστήριο αναφοράς: που χρησιμεύει ως κέντρο πραγματογνωμοσύνης και εξασφαλίζει την τυποποίηση διαγνωστικών τεχνικών που σχετίζονται με συγκεκριμένο τομέα ειδίκευσης: ~ ~ και ποιοτικού ελέγχου. Kοινοτικά ~α ~ για την ασφάλεια τροφίμων και ζωοτροφών. [< αρχ. ἐργαστήριον ‘εργοτάξιο, κατάστημα, πορνείο’, γαλλ. laboratoire, αγγλ. laboratory, workshop]
ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ
Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα 210 3664700 Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.