Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • συγγραφέας συγ-γρα-φέ-ας ουσ. (αρσ. + θηλ.) {συγγραφ-έα (λόγ.) -έως | -είς, -έων} (πρόφ. sinγraféas κ. singraféas): άτομο που γράφει βιβλία, άρθρα, δοκίμια και ειδικότ. ο πεζογράφος κατ' αντιδιαστολή με τον ποιητή: ανώνυμος/βραβευμένος/δόκιμος/θεατρικός/κορυφαίος ~. Κλασικοί/νέοι/ξένοι/σύγχρονοι ~είς. ~ αστυνομικών μυθιστορημάτων. Γραπτή άδεια του ~α (: για αναδημοσίευση κειμένου)/η υπογραφή του ~α (: στα γνήσια αντίτυπα). Έργο άγνωστου ~α. Οι ~είς των άρθρων/της εγκυκλοπαίδειας/της ηλεκτρονικής σελίδας/των λημμάτων/των σχολικών βιβλίων. Σειρά Αρχαίων Ελλήνων ~έων. Το έργο φέρει την προσωπική σφραγίδα του ~α (: έχει αναγνωρίσιμο ύφος, θεματολογία). Ο ~ εμπνέεται από τις προσωπικές του εμπειρίες. Βλ. αναγνώστης, λογοτέχνης.|| Η ελληνική επανάσταση ενέπνευσε ποιητές και ~είς. Βλ. αρθρο-, διηγηματο-, δοκιμιο-, μυθιστοριο-γράφος. [< αρχ. συγγραφεύς]

αναγνώστης

αναγνώστης [ἀναγνώστης] α-να-γνώ-στης ουσ. (αρσ.) {αναγνωστ-ών} 1. {θηλ. αναγνώστρια}: πρόσωπο που διαβάζει: επαρκής/τακτικός/υποψιασμένος/φανατικός ~. Γράμματα/επιστολές ~ών (: στον Τύπο). Οι ~ες μιας εφημερίδας/μιας ιστοσελίδας/ενός περιοδικού. Κύκλος ~ών. Βλ. -γνώστης, λαθρ~, φιλ~. 2. ΠΛΗΡΟΦ. ηλεκτρονική συσκευή που έχει τη δυνατότητα να λαμβάνει και να αναγνωρίζει δεδομένα: ~ κάρτας. 3. ΕΚΚΛΗΣ. (αξίωμα του κατώτερου κλήρου) βοηθός ιερέα ή ψάλτη που διαβάζει περικοπές της Αγίας Γραφής κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας. Βλ. κανονάρχης. ● ΣΥΜΠΛ.: ηλεκτρονικός/ψηφιακός αναγνώστης: ΠΛΗΡΟΦ. ηλεκτρονική φορητή συσκευή σε μορφή επίπεδης οθόνης για την προβολή και ανάγνωση ηλεκτρονικών βιβλίων και εγγράφων. [< αγγλ. e-(book) reader, περ. 2000] , κριτικός αναγνώστης: πρόσωπο που διαβάζει ένα έργο, κυρ. λογοτεχνικό, με κριτικό πνεύμα· ειδικότ. επιστήμονας που ελέγχει την επιστημονική και διδακτική αρτιότητα ενός συγγραφικού έργου: ~ ~ δημοσιευμάτων. Ομάδα ~ών ~ών και ακαδημαϊκών υπευθύνων. Βλ. επιμελητής εκδόσεων. [< αγγλ. critical reader] , οπτικός αναγνώστης: ΠΛΗΡΟΦ. συσκευή, συνήθ. εξάρτημα σκάνερ, που αναγνωρίζει τυπογραφικούς χαρακτήρες και τους μετατρέπει σε αντίστοιχες ψηφιακές πληροφορίες, αναγνωρίσιμες από τον υπολογιστή: ~ ~ δακτυλικών αποτυπωμάτων/δίσκου. [< αγγλ. optical (character) reader, 1962] [< 1,3: μτγν. ἀναγνώστης 2: αγγλ. reader, 1946]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.