Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • συνειρμός συ-νειρ-μός ουσ. (αρσ.): ελεύθερη, μη σκόπιμη ανάκληση στη μνήμη σκέψεων, εικόνων, παραστάσεων, που προκαλείται εξαιτίας της σύνδεσής τους με εσωτερικά ή εξωτερικά ερεθίσματα: αυτόματος/λογικός ~. Γραφή/δημιουργία/έκφραση με βάση τους ~ούς.|| (ΨΥΧΑΝ.) Ελεύθερος/λεκτικός ~ (: μέθοδος που βασίζεται στην αυθόρμητη ή υποβοηθούμενη έκφραση των ~ών). [< μτγν. συνειρμός 'σύνδεση', γαλλ. association]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.