Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • σόφισμα σό-φι-σμα ουσ. (ουδ.) {σοφίσμ-ατα}: ΦΙΛΟΣ. σκόπιμα παραπλανητικός συλλογισμός ή αληθοφανές επιχείρημα, που έχει στόχο την εξαπάτηση ή την πρόκληση σύγχυσης στον συνομιλητή ή τον ακροατή και γενικότ. κάθε πονηρή επινόηση: Επιστράτευσε διάφορα ~ατα, για να ξεφύγει από τη δύσκολη θέση. ΣΥΝ. σοφιστεία (2) [< αρχ. σόφισμα]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.