Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • τεχνοδομή τε-χνο-δο-μή ουσ. (θηλ.): ΟΙΚΟΝ. το σύνολο των εξειδικευμένων στελεχών ενός οργανισμού, μιας υπηρεσίας ή επιτροπής που διαθέτουν τεχνογνωσία και συμμετέχουν στη διαδικασία λήψης αποφάσεων· γενικότ. η διοίκηση: η ~ μιας επιχείρησης. [< αμερικ. technostructure, 1967, γαλλ. technostructure, 1968]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.