Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • τοπογραφία το-π-ο-γρα-φί-α ουσ. (θηλ.) 1. ΤΟΠΟΓΡ. επιστημονικός κλάδος που έχει αντικείμενο μελέτης την απεικόνιση υπό κλίμακα των φυσικών και τεχνητών στοιχείων της γήινης επιφάνειας πάνω σε χάρτη ή μακέτα: ~ μεταλλείων. Τμήμα Γεωπληροφορικής και ~ας. Εργαστήριο Μηχανικών Επιστημών και ~ας. Αρχαιολογική έρευνα και ιστορική/μνημειακή ~.|| (συνεκδ.) Σύνθετη ~ (= τοπογραφικό) εδάφους. Βλ. -γραφία. 2. (μτφ.) λεπτομερής περιγραφή ή ανάλυση των στοιχείων ενός δομημένου συνόλου: κοινωνική/πολιτική ~. ● ΣΥΜΠΛ.: τοπογραφία κερατοειδούς: ΙΑΤΡ. ειδική εξέταση που απεικονίζει ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά της καμπυλότητας του κερατοειδούς. [< μτγν. τοπογραφία, γαλλ. topographie, αγγλ. topography]

-γραφία

-γραφία {-γραφιών} λεξικό επίθημα θηλυκών ουσιαστικών που δηλώνουν 1. σύνταξη κειμένων συγκεκριμένου είδους και συνεκδ. το σύνολό τους· κατάλογος έργων· κειμενικό είδος: δημοσιο~/ειδησεο~/επιφυλλιδο~. Αλληλο~/αρθρο~.|| Βιβλιο~/φιλμο~.|| Βιο~/διηγηματο~/ηθο~/ιστοριο~/πεζο~/χρονο~. 2. γνωστικό αντικείμενο, επιστήμη: γεω~/εθνο~/λαο~/λεξικο~/παλαιο~/πετρο~/στρωματο~/χαρτο~/ωκεανο~. 3. τρόπο γραφής: κακο~/καλλι~/ορθο~. Στενο~.|| (ΛΟΓΙΣΤ.) Απλο~/διπλο~.|| (ΙΑΤΡ.) Α~/δυσ~. 4. τεχνική ή τέχνη αποτύπωσης, εκτύπωσης και κατ' επέκτ. το ίδιο το δημιούργημα: ελαιο~/λιθο~/ξυλο~/υδατο~/χαλκο~. Ξηρο~/τυπο~/φωτο~. Σκηνο~.|| Γελοιο~/θαλασσο~/ιχνο~/προσωπο~/τοιχο~/τοπιο~. Χορο~.|| Αγιο~/εικονο~. 5. ιατρική εξέταση και ειδικότ. διαγνωστική απεικόνιση: αγγειο~ (πβ. -γράφημα)/αρτηριο~/μαστο~.

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.