Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


υαλουργία

υαλουργία[ὑαλουργία] υ-α-λουρ-γί-α ουσ. (θηλ.) & (σπάν.) υαλοποιία: η τέχνη της επεξεργασίας του γυαλιού και της κατασκευής αντικειμένων από γυαλί και η αντίστοιχη βιομηχανία. Βλ. -ουργία. ΣΥΝ. υαλοτεχνία [< μεσν. υαλουργία]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.