Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • υπερδιπλασιασμός [ὑπερδιπλασιασμός] υ-περ-δι-πλα-σι-α-σμός ουσ. (αρσ.): το αποτέλεσμα του υπερδιπλασιάζω: ~ των κερδών/πωλήσεων. ~ του πληθυσμού. Βλ. υποδιπλασιασμός.

υποδιπλασιασμός

υποδιπλασιασμός [ὑποδιπλασιασμός] υ-πο-δι-πλα-σι-α-σμός ουσ. (αρσ.): ελάττωση στο μισό: ~ των δαπανών. ● ΣΥΜΠΛ.: χρόνος υποδιπλασιασμού: ΦΥΣ. ΠΥΡ. ημιζωή.

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.