υπερκείμενο [ὑπερκείμενο] υ-περ-κεί-με-νο ουσ. (ουδ.) {υπερκειμέν-ου}: ΠΛΗΡΟΦ. ηλεκτρονικό κείμενο το οποίο δεν διαθέτει γραμμική οργάνωση, αλλά δίνει τη δυνατότητα στον αναγνώστη να πλοηγείται ελεύθερα σε αυτό με τη χρήση υπερσυνδέσμων: Γλώσσα Σήμανσης ~ου (= HTML). Πρωτόκολλο Μεταφοράς ~ου (= HTTP). Βλ. κυβερνολογοτεχνία. [< αμερικ. hypertext, 1965, γαλλ. hypertexte, 1965, διαδόθηκε περ. το 1988]
υπερκείμενος , η, ο [ὑπερκείμενος] υ-περ-κεί-με-νος επίθ. (λόγ.): που βρίσκεται πάνω ή ψηλότερα από κάτι: ~ος: όροφος/χώρος (ΑΝΤ. υποκείμενος). ~η: κατασκευή. ~ο: στρώμα.|| (μτφ.) ~η: έννοια (= ευρύτερη). Τίτλοι σπουδών ξένης γλώσσας ~ου επιπέδου. Οι αποφάσεις του συμβουλίου χρειάζονται επικύρωση από τις ~ες Αρχές. [< μτχ. εν. του ρ. ὑπέρκειμαι]
κυβερνολογοτεχνία
κυβερνολογοτεχνία κυ-βερ-νο-λο-γο-τε-χνί-α ουσ. (θηλ.) : ΔΙΑΔΙΚΤ. λογοτεχνία που απευθύνεται στους χρήστες του διαδικτύου και έχει ως βασικό της χαρακτηριστικό τη χρήση πολυμέσων κατά τη δημιουργία, διάδοση και πρόσληψή της. Βλ. υπερκείμενο. ΣΥΝ. υπερλογοτεχνία [< αμερικ. cyberliterature]
ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ
Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα 210 3664700 Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.