Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • υπογράμμιση [ὑπογράμμιση] υ-πο-γράμ-μι-ση ουσ. (θηλ.): η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του υπογραμμίζω: διπλή/έντονη/κόκκινη ~. Μαρκαδόρος ~ης (= υπογραμμιστής).|| (μτφ.) ~ της αξίας/σημασίας (μιας απόφασης). Απαραίτητη είναι η ~ του γεγονότος ότι ... Πβ. επισήμανση, τονισμός. [< γαλλ. soulignage]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.