Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • υποψήφιος , α, ο [ὑποψήφιος] υ-πο-ψή-φι-ος επίθ. 1. που διεκδικεί αξίωμα, θέση μέσω ψηφοφορίας, συμμετοχής σε διαγωνισμό ή κρίσης: ~ος: αρχηγός/περιφερειάρχης/πρόεδρος. ~α: κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κατεβαίνει ~ βουλευτής. Είναι ~ για Όσκαρ/για τον τίτλο του κορυφαίου αθλητή της χρονιάς.|| ~ος: ανάδοχος (δημοσίου έργου)/οδηγός. ~οι: διδάκτορες/φοιτητές. Η εργασία του είναι ~α για βραβείο.|| (σε σόου ή τηλεπαιχνίδι) Ο παίκτης είναι ~ προς αποχώρηση. Βλ. συν~. 2. (κατ' επέκτ.) που πρόκειται ή επιδιώκει να αποκτήσει συγκεκριμένη ιδιότητα: ~ος: γαμπρός. ~α: μητέρα (= έγκυος). ~οι: αιμοδότες. Αναζήτηση ~ων αγοραστών. ● Ουσ.: υποψήφιος, υποψήφια (ο/η): πρόσωπο που θέτει υποψηφιότητα: οι ~οι για τις πανελλαδικές (εξετάσεις). Η λίστα των ~ίων. Είναι ο μοναδικός ~ για τη θέση του ... Βλ. ανθ~. [< 1: μτγν. ὑποψήφιος, γαλλ. candidat 2: αγγλ. aspirant]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.