Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • υψομετρία [ὑψομετρία] υ-ψο-με-τρί-α ουσ. (θηλ.): ΓΕΩΔ. -ΤΟΠΟΓΡ. επιστημονικός κλάδος που ασχολείται με τη μέτρηση και την αναπαράσταση σε χάρτη του ανάγλυφου της Γης· η αντίστοιχη μέθοδος για τον υπολογισμό του υψομέτρου σε μεμονωμένα σημεία και των υψομετρικών διαφορών τους: τριγωνομετρική ~. Πβ. χωροστάθμηση. Βλ. -μετρία. [< γαλλ. hypsométrie, αγγλ. hypsometry]

-μετρία

-μετρία επίθημα αφηρημένων θηλυκών ουσιαστικών που δηλώνουν 1. επιστήμη ή τεχνική μέτρησης: ανθρωπο~/αξονο~/γεω~/εργο~/θερμιδο~/ογκο-μετρία (πβ. -μέτρηση)/σπιρο~ (βλ. σπιρό-μετρο)/στερεο~/τριγωνο~. 2. σχέση μεγεθών: (αν)ισο~/(α)συμ~.

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.