Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • φρενήρης , ης, ες φρε-νή-ρης επίθ. (λόγ.): που εξελίσσεται ή πραγματοποιείται με ταχύτατο και συνήθ. ανεξέλεγκτο τρόπο· ξέφρενος: ~ης: καταδίωξη.|| ~ης: ανάπτυξη/δράση (ταινίας)/πορεία (των τιμών). Με ~εις ρυθμούς (πβ. έξαλλος). Πβ. ιλιγγιώδης. Βλ. -ήρης. ΣΥΝ. φρενιτιώδης [< πβ. αρχ. φρενήρης 'σώφρων', ιταλ. frenetico]

-ήρης

-ήρης, ης, ες {-ήρους | -ήρεις (ουδ. -ήρη)} (λόγ.): επίθημα για τη δήλωση χαρακτηριστικού γνωρίσματος: κλιν~/μον~/ποδ~/φρεν~.

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.