Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • φυλετισμός φυ-λε-τι-σμός ουσ. (αρσ.): θεωρία η οποία κατηγοριοποιεί τις φυλές του πλανήτη σύμφωνα με τα γενετικά τους χαρακτηριστικά και καλλιεργεί την ανισότητα και τις διακρίσεις. Πβ. απαρτχάιντ, ρατσισμός. Βλ. εθνικισμός, εθνο~, -ισμός, πολυ~. [< γαλλ. racisme, 1902]

εθνικισμός

εθνικισμός[ἐθνικισμός] ε-θνι-κι-σμός ουσ. (αρσ.) 1. δογματική προσήλωση στην ιδέα του έθνους με επιθετική προβολή της εθνικής ταυτότητας και υποτίμηση των άλλων εθνών· ειδικότ. έξαρση του εθνικού φρονήματος: ακραίος/γλωσσικός/οικονομικός (πβ. προστατευτισμός)/τοπικός (πβ. τοπικισμός)/τυφλός/φυλετικός ~. Εκδηλώσεις/κλίμα/κύμα/φαινόμενα ~ού. Αναζωπύρωση των ~ών. ~ και αλυτρωτισμός/βία/ξενοφοβία/ρατσισμός. Πβ. εθνοκεντρ-, σοβιν-, υπερπατριωτ-, φονταμενταλ-ισμός. Βλ. υπερ~. ΑΝΤ. διεθνισμός (1), κοσμοπολιτισμός (1) 2. ΙΣΤ. πολιτική ιδεολογία του 19ου αι. στην οποία οι έννοιες του έθνους και του κράτους προβάλλονται ως ταυτόσημες. [< γαλλ. nationalisme]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.