Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • φυσιογνωμία φυ-σι-ο-γνω-μί-α ουσ. (θηλ.) 1. τα χαρακτηριστικά του προσώπου ανθρώπου ή της όψης πράγματος: Είναι πολύ γνωστή ~. Έχει γλυκιά ~ (πβ. εμφάνιση, παρουσιαστικό, φιζίκ).|| Έχει αλλάξει η ~ (= εικόνα) της πόλης. Πβ. προφίλ, ταυτότητα. 2. σημαντική προσωπικότητα: κορυφαία πολιτική ~. Σπουδαία ~ της τέχνης. Έχει αναδειχθεί σε εμβληματική/ηγετική ~. ΣΥΝ. μορφή (3) [< αρχ. φυσιογνωμονία, πβ. φυσιογνωμία 'μελέτη της φύσης', γαλλ. physionomie, αγγλ. physiognomy]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.