Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • χαλκογραφία χαλ-κο-γρα-φί-α ουσ. (θηλ.): ΚΑΛ. ΤΕΧΝ. μέθοδος χαρακτικής που βασίζεται συνήθ. στη χάραξη σχεδίου πάνω σε μεταλλική πλάκα, η οποία, στη συνέχεια, μελανώνεται· συνεκδ. η εικόνα που εκτυπώνεται πάνω σε χαρτί, όταν αυτό τοποθετηθεί πάνω στη μελανωμένη μεταλλική πλάκα και δεχτεί πίεση από τον κύλινδρο του πιεστηρίου: ξεστή ~. Βλ. εγκαυστική, οξυγραφία, -γραφία. [< ιταλ. calcografia, γαλλ. chalcographie]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.