Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • χαρακτηρίζω χα-ρα-κτη-ρί-ζω ρ. (μτβ.) {χαρακτήρι-σα, χαρακτηρί-σει, -στηκε, -στεί, χαρακτηρίζ-οντας, -όμενος, χαρακτηρι-σμένος}: αποδίδω, προσδίδω ένα χαρακτηριστικό σε κάποιον ή κάτι: ~σε την απόφαση παράνομη. ~σε αβάσιμες τις υπόνοιες/δικαιολογημένη τη στάση τους/θετικές τις εξελίξεις. Πολλοί ~σαν την ταινία ως την επιτυχία της χρονιάς. Δεν έχω λόγια (για) να ~σω/δεν υπάρχουν λέξεις (για) να ~σουν μια τέτοια πράξη (: είναι αχαρακτήριστη). Κάποιοι ίσως με ~σουν (= με πουν) ρομαντικό/υπερβολικό, αλλά ... Εγκλήματα ~όμενα ως ειδεχθή. Κτίριο ~σμένο ως διατηρητέο. Υφολογικά ~σμένες λέξεις. Βλ. αυτοχαρακτηρίζομαι, ονομάζω, τιτλοφορώ. ΑΝΤ. αποχαρακτηρίζω ● χαρακτηρίζει: συνιστά ιδιαίτερο στοιχείο της φύσης ενός ανθρώπου ή μιας κατάστασης: Τον ~ (= διακρίνει) ανευθυνότητα/ενθουσιασμός. ~εται (: είναι γνωστός) για την οξυδέρκειά του.|| Την εποχή μας ~ουν τεχνολογικά θαύματα. Η νόσος ~εται από τα εξής συμπτώματα ... [< μτγν. χαρακτηρίζω, γαλλ. caractériser, αγγλ. characterize]

αυτοχαρακτηρίζομαι

αυτοχαρακτηρίζομαι [αὐτοχαρακτηρίζομαι] αυ-το-χα-ρα-κτη-ρί-ζο-μαι ρ. {-στηκε, συνήθ. στο γ' πρόσ.}: αποδίδω χαρακτηρισμό στον εαυτό μου: (Αρέσκεται να) ~εται (ως) δημοκράτης/διανοούμενος. Πβ. αυτοαποκαλούμαι. ΣΥΝ. αυτοπροσδιορίζομαι (2)

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.