Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • χαριεντίζομαι χα-ριε-ντί-ζο-μαι ρ. (αμτβ.) {χαριεντί-στηκε, -στεί, χαριεντιζ-όμενος} (λόγ.): έχω ανάλαφρη και χαρούμενη συζήτηση με κάποιον, συνήθ. με ερωτική διάθεση, ανταλλάσσοντας αστεία ή/και υπαινικτικά σχόλια: (Κάθεται και) ~εται μαζί του όλη την ώρα. Πβ. ερωτοτροπώ, φλερτάρω. Βλ. χαϊδεύομαι. [< αρχ. χαριεντίζομαι]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.