Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 4 εγγραφές  [0-4]


  • χειμωνιά χει-μω-νιά ουσ. (θηλ.) (προφ.): χειμώνας· κατ' επέκτ. χειμωνιάτικος καιρός. Πβ. καταχείμωνο, ψύχος. Βλ. βαρυ~, κακοκαιρία, ψύχρα.
  • χειμωνιάζει χει-μω-νιά-ζει ρ. (αμτβ.) {χειμώνιασε} (προφ.): ξεκινά ο χειμώνας και κατ΄επέκτ. τα καιρικά φαινόμενα που τον χαρακτηρίζουν: ~σε και κάνει κρύο. Δεν λέει να ~σει ακόμα. Βλ. καλοκαιρ-, φθινοπωρ-ιάζει.
  • χειμώνιασμα χει-μώ-νια-σμα ουσ. (ουδ.) (προφ.): σταδιακή έλευση, έναρξη του χειμώνα και των χαμηλών θερμοκρασιών.
  • χειμωνιάτικος , η, ο χει-μω-νιά-τι-κος επίθ. (προφ.): χειμερινός: ~ος: βοριάς/ήλιος/καιρός/ουρανός. ~η: παγωνιά/σούπα. ~ο: ντύσιμο/πρωινό/τοπίο. ~ες: βραδιές/βροχές/λιακάδες. ~α: λαχανικά/λουλούδια/μπάνια (στη θάλασσα). Βλ. -ιάτικος. ΑΝΤ. καλοκαιριάτικος ● Ουσ.: χειμωνιάτικα (τα): ζεστά ρούχα κατάλληλα για να φορεθούν τη χειμερινή περίοδο: Βγήκαν τα ~ στις βιτρίνες/στα καταστήματα. ● επίρρ.: χειμωνιάτικα 1. μες στο χειμώνα: Θα πας για μπάνιο στη θάλασσα ~; 2. με χειμωνιάτικα ρούχα: Ντύνομαι ~.

-ιάτικος

-ιάτικος, η, ο (προφ.): επίθημα για τον σχηματισμό επιθέτων∙ δηλώνει χρόνο ή χαρακτηριστικό που ανήκει ή ταιριάζει σε ό,τι εκφράζει η πρωτότυπη λέξη: αυγουστ~/βραδ~/πρωιν~. Πβ. -ιανός, -ινός.|| Γαμπρ~/νυφ~ (πβ. -ικός). Βλ. -άτικος.

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.