Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • χοιρομέρι χοι-ρο-μέ-ρι ουσ. (ουδ.): ΤΕΧΝΟΛ. ΤΡΟΦ. αλίπαστο μπούτι ή γενικότ. κρέας χοιρινού· ζαμπόν. Βλ. προσούτο, χαμόν. [< μεσν. χοιρομέρι]

προσούτο

προσούτο[προσοῦτο] προ-σού-το ουσ. (ουδ.) {άκλ.}: ΤΕΧΝΟΛ. ΤΡΟΦ. είδος αλλαντικού από ωριμασμένο χοιρινό μπούτι, το οποίο αποτελεί εκλεκτό έδεσμα: ιταλικό ~/~ Πάρμας. ~ με πεπόνι/ρόκα. (Λεπτές) φέτες ~. Σάντουιτς με ~ και μοτσαρέλα. Πβ. ζαμπόν, χαμόν. [< ιταλ. prosciutto]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.