Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • χολίνη χο-λί-νη ουσ. (θηλ.): ΒΙΟΧ. λιποτροπική ουσία (σύμβ. C5H14NO), συστατικό της λεκιθίνης, η οποία, μαζί με το οξικό οξύ, σχηματίζει την ακετυλοχολίνη: φωσφατιδική/χλωριούχος ~. Βλ. βιοτίνη, ινοσιτόλη, -ίνη. [< αγγλ.-γαλλ. choline]

βιοτίνη

βιοτίνη βι-ο-τί-νη ουσ. (θηλ.) (αλλιώς βιταμίνη Η): ΒΙΟΧ. υδατοδιαλυτή βιταμίνη της ομάδας Β (σύμβ. C10H16N2O3S)που είναι απαραίτητη για τον μεταβολισμό των λιπών και βρίσκεται ιδ. στη μαγιά μπίρας, στο συκώτι, στα νεφρά και στον κρόκο του αβγού. Βλ. ινοσιτόλη, χολίνη, -ίνη. [< γερμ. Biotin, αγγλ. biotin, 1936, γαλλ. biotine, περ. 1950]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.