Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 2 εγγραφές  [0-2]


  • ωσάν [ὡσάν] ω-σάν επίρρ. (λόγ.-λογοτ.): σαν. [< αρχ. ὡς ἄν, μτγν. ὡσάν]
  • ωσαννά [ὡσαννά] ω-σαν-νά επιφών.: ΕΚΚΛΗΣ. για απόδοση τιμής στον Θεό: ~ εν τοις υψίστοις (= δόξα στον Ύψιστο). [< μτγν. ὡσαννά]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.