Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • όνος [ὄνος] ό-νος ουσ. (αρσ.) (λόγ.): γάιδαρος. Βλ. ημίονος. ● ΦΡ.: περί όνου σκιάς (μτφ.): για θέμα ανάξιο λόγου, για ασήμαντα πράγματα, για το τίποτα: ~ ~ αντιπαράθεση/διαμάχη. Δεν θεωρώ ότι όλα αυτά γίνονται ~ ~. [< αρχ. ὄνος]

ημίονος

ημίονος [ἡμίονος] η-μί-ο-νος ουσ. (αρσ.) (επίσ.): μουλάρι. Βλ. ιπποειδή. [< αρχ. ἡμίονος] ΗΜΙΟΝΟΣ

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.