Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • πινγίν πιν-γίν ουσ. (ουδ.) (τα) {άκλ.}: ΓΛΩΣΣ. σύστημα μεταγραφής της κινεζικής γλώσσας με λατινικούς χαρακτήρες στο οποίο οι τόνοι αποδίδονται με διακριτικά σύμβολα. [< αγγλ. pinyin, 1963, γαλλ. ~, περ. 1970, < κινεζ. pīn-yīn]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.