αγοράζω [ἀγοράζω] α-γο-ρά-ζω ρ. (μτβ.) {αγόρα-σα, -σει, -στηκε, -στεί, αγοράζ-οντας, -όμενος, αγορα-σμένος} 1. αποκτώ κάτι με χρήματα: ~ δώρο/εισιτήρια/οικόπεδο/ρούχα/σπίτι/τρόφιμα. ~ άδεια (λ.χ. ταξί)/τα δικαιώματα (ενός βιβλίου)/πακέτο (υπηρεσιών)/το πρόγραμμα (π.χ. του θεάτρου)/χρόνο ομιλίας. Η εταιρεία ~σε το κανάλι/μετοχές/νέα γραφεία/το πλειοψηφικό μερίδιο. ~ (κάτι) ακριβά/από δεύτερο χέρι/επί πιστώσει/λιανικώς/για ένα κομμάτι ψωμί/μισοτιμής/(τοις) μετρητοίς/όσο όσο/νόμιμα/παράνομα/συνεταιρικά/σε τιμή ευκαιρίας/φτηνά/χονδρικώς. ~ με δόσεις/έκπτωση/ευκολίες πληρωμής/κλειστά μάτια. ~ από το ίντερνετ/σε πλειστηριασμό. Πόσο ~σες το πλυντήριο (: πόσο έκανε, κόστισε, στοίχισε); Η μαμά θα μου ~σει πατίνια (βλ. δωρίζω). Ο εξοπλισμός έχει ~στεί με κονδύλια του υπουργείου. ~όμενα είδη. Πβ. παίρνω. Βλ. προ~. ΑΝΤ. πουλώ (1) 2. (αρνητ. συνυποδ.) δωροδοκώ, εξαγοράζω: ~ διαιτητή/μάρτυρα/παίκτη/υπάλληλο (πβ. λαδώνω). ~ συνειδήσεις/ψήφους. Την ~σε με τα λεφτά του (: για ιδιοτελή ερωτική σχέση). Μεταχειρίζεται τους ανθρώπους σαν κάτι που πουλιέται και ~εται. Το μότο τους είναι ότι όλα ~ονται. ● ΦΡ.: αγοράζω χρόνο & (σπανιότ.) εξαγοράζω χρόνο (μτφ.): εξασφαλίζω χρόνο για την επίτευξη ενός στόχου: Η κυβέρνηση προσπαθεί να ~σει ~, για να υλοποιήσει το πρόγραμμά της. Πβ. κερδίζω χρόνο., αγρόν ηγόραζε/ηγόρασε (λόγ.) & αγόραζε/αγόρασε: για να δηλωθεί αδιαφορία, παραμέληση κάποιων σοβαρών θεμάτων, καταστάσεων: Διαμαρτυρήθηκε στον προϊστάμενό του για την αδικία, αλλά εκείνος ~ ~. Πβ. πέρα βρέχει, ζαμανφού., σε πουλά(ει) και σ' αγοράζει: για άνθρωπο έξυπνο, επιτήδειο που πείθει ή εξαπατά εύκολα κάποιον: ~ ~ με ένα χαμόγελό της/χωρίς να το καταλάβεις. Πβ. είναι διαβόλου κάλτσα., (αγοράζω/παίρνω) γουρούνι στο σακί βλ. γουρούνι [< αρχ. ἀγοράζω]
αγροληψία [ἀγροληψία] α-γρο-λη-ψί-α ουσ. (θηλ.) (παλαιότ.): ΝΟΜ. εκμετάλλευση ξένων αγροτικών εκτάσεων κατόπιν ειδικής συμφωνίας. Βλ. αγρομίσθωση, -ληψία. ● ΣΥΜΠΛ.: επίμορτη/επίμορτος αγροληψία: ΝΟΜ. συμφωνία για μίσθωση αγροκτήματος, κατά την οποία το ετήσιο μίσθωμα ορίζεται σε ποσοστό επί των παραγόμενων καρπών.
αγρομίσθωση [ἀγρομίσθωση] α-γρο-μί-σθω-ση ουσ. (θηλ.): ΝΟΜ. μίσθωση αγροτικής έκτασης για εκμετάλλευση με καταβολή χρηματικού ποσού. Βλ. αγροληψία.
αγροχημεία [ἀγροχημεία] α-γρο-χη-μεί-α ουσ. (θηλ.): ΧΗΜ. τομέας της εφαρμοσμένης χημείας που μελετά τις χημικές εισροές στη φυτική παραγωγή και κατ' επέκτ. ασχολείται με την παραγωγή λιπασμάτων, φυτοπροστατευτικών ουσιών και φυτοορμονών: περιβαλλοντική ~. ~ και βιολογικές καλλιέργειες. [< γαλλ. agrochimie, 1960]
κηπούπολη κη-πού-πο-λη ουσ. (θηλ.): αστική ή συνήθ. προαστιακή περιοχή που περιλαμβάνει μεγάλες εκτάσεις πρασίνου και έχει χαμηλό συντελεστή δόμησης. Βλ. -ούπολη. [< γαλλ. cité-jardin]
κλιματολογία κλι-μα-το-λο-γί-α ουσ. (θηλ.) (κ. με κεφαλ. Κ): ΓΕΩΛ.- ΚΛΙΜΑΤ. επιστήμη η οποία εξετάζει τη μακρόχρονη στατιστική συμπεριφορά των κλιματικών αλλαγών ενός τόπου, τις αιτίες που τις προκαλούν και την εφαρμογή των κλιματολογικών στοιχείων στην επίλυση πρακτικών προβλημάτων: γενική/δυναμική/εφαρμοσμένη/φυσική ~. Κέντρο Ερεύνης Φυσικής της Ατμοσφαίρας και ~ας (της Ακαδημίας Αθηνών). Βλ. -λογία, βιο~, παλαιο~. [< γαλλ. climatologie, 1834, αγγλ. climatology, 1813]
-λογία επίθημα θηλυκών ουσιαστικών που αναφέρεται σε 1. επιστημονικό κλάδο ή τομέα: βιο~/γλωσσο~/επιστημο~/θεο~/κοινωνιο~/ορυκτο~/παθο~/πετρο~/φιλο~/ψυχο~. Βλ. -ικός. 2. λόγο, λόγια: ακριβο~/αντι~/απο~/δικαιο~/ηθικο~.|| (αρνητ. συνυποδ.) Αερο~/εκλογο~/καταστροφο~/κενο~/πολυ~. Αισχρο~ (βλ. -λόγος)/δαιμονο~/κινδυνο~.|| (ομιλία) Δευτερο~. 3. σύνολο συγκεντρωμένων στοιχείων, αρχών, κανόνων: (περιληπτ.) θεματο~ (πβ. -γραφία). Νομο~.|| (συλλογή) Aνθο~ (βλ. -λόγιο).|| Δεοντο~/μεθοδο~. 4. προσδιορισμό, καθορισμό ή στο αποτέλεσμά τους: βαθμο~ (πβ. βαθμολόγηση)/δοσο~/χρονο~. Βλ. -λογώ.
-νόμος επίθημα ουσιαστικών για τη δήλωση 1. ειδικού σε έναν τομέα: (ο/η) αρχειο~ (πβ. -θέτης)/βιβλιοθηκο~. Αστρο~.|| Γαστρο~. 2. υπαλλήλου υπηρεσίας, αρμόδιας για την εφαρμογή κανόνων ή την τήρηση των νόμων: αγορα~/δασο~.|| Αστυ~ (πβ. -φύλακας)/τροχο~. (ΣΤΡΑΤ.) Αερο~/στρατο~. 3. μηχανήματος ή εργαλείου: ηλεκτρο~/μετρο~. 4. νόμου: κουκουλο~/τρομο~.
Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
210 3664700
Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.
© 2022 ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ