Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 58779 εγγραφές  [560-580]


  • -πρόσωπος , η, ο β' συνθετικό επιθέτων και σπανιότ. ουσιαστικών για δήλωση 1. ορισμένων χαρακτηριστικών του προσώπου: μακρο~ (βλ. μακρυ-μούρης)/στρογγυλο~.|| (μτφ.) Δι~.|| (προφ.) Μ' έβγαλε ασπροπρόσωπo. 2. συγκεκριμένου συνόλου μελών: ολιγο~/πολυ~. Πβ. -άνθρωπος, -μελής. 3. (ουσ.) εξουσιοδοτημένου ατόμου: αντι~/εκ~. 4. ΓΡΑΦΕΙΟΚΡ. ενέργειας για λογαριασμό κάποιου: αυτοπρόσωπη δήλωση. 5. ΓΛΩΣΣ. συνήθ. ειδικής κατηγορίας ρημάτων με ελλειπτικό σχηματισμό ή χωρίς λεξικό υποκείμενο και των αντίστοιχων δομών: α-πρόσωπη/τριτο~ σύνταξη.
  • -πτυχος , η, ο: επίθημα για δήλωση συνήθ. αριθμού πτυχών ή όψεων: τρί~.|| (ουσιαστικοπ.) Το δίπτυχο.|| (μτφ.) Πολύπτυχη υπόθεση.
  • -πτωση : το ουσιαστικό πτώση ως β' συνθετικό: πρόσ~.|| Bροχό~/υδατό~/χιονό~.|| Βλεφαρό~/τριχό~.|| (αφηρ., συνήθ. με πρόθ.) Έκ~/επί~/κατά~/σύμ~.
  • -πτωτος , η, ο (λόγ.) επίθημα ονομάτων με αναφορά 1. ΓΛΩΣΣ. στις γραμματικές πτώσεις ή τα ρηματικά σθένη: (επίθ.) τρίπτωτο ουσιαστικό. Βλ. -γενής.|| Δίπτωτο ρήμα. 2. σε πτώση από ύψος: (ουσ.) αλεξίπτωτο.
  • -πωλείο (λόγ.): επίθημα ουδέτερων ουσιαστικών για δήλωση καταστήματος, χώρου πώλησης συγκεκριμένου είδους: ανθο~/βιβλιο~/δισκο~/οινο~ (βλ. -ποιείο). Παντο~.|| Μεζεδο~.
  • -πώλης {-πωλών | σπάν. θηλ. -πώλισσα} (λόγ.): επίθημα ουσιαστικών που δηλώνει τον πωλητή, έμπορο συγκεκριμένου είδους: βενζινο~/λαχειο~/χαρτο~. Aνθο-πώλισσα.
  • -ρραγία (λόγ.): επίθημα θηλυκών ουσιαστικών που αναφέρονται σε απώλεια αίματος, αιμορραγία οργάνου: γαστρο~/ρινο~ (πβ. -ρροια).
  • -ρροια (λόγ.): επίθημα ιατρικών όρων θηλυκού γένους με αναφορά σε παθολογική συνήθ. έκκριση υγρού: δακρύ~/πυό~/σιελό~.|| Eμμηνό~.
  • -σαλάτα : επίθημα για τον σχηματισμό ουσιαστικών με αναφορά στη σαλάτα: αβγο~/αγγουρο~/αχινο~/γαριδο~/ζαμπονο~/καβουρο~/καππαρο~/καροτο~/κοτο~/λαχανο~/μακαρονο~/μαρουλο~/μελιτζανο~/ντοματο~/παντζαρο~/πατατο~/ρεβιθο~/σπανακο~/ταραμο~/τονο~/τυρο~/φακο~/χαβιαρο~/χορτο~.|| Φρουτο~.
  • -σέλιδος , η, ο: β' συνθετικό επιθέτων για δήλωση του αριθμού σελίδων ενός έντυπου συνήθ. κειμένου: (συνήθ. με αριθμητ.) τρι~/τετρα~/δεκαεξα~. Βλ. -φυλλος.|| (ουσιαστικοπ.) Το δισέλιδο.|| Πολυ~.|| Oλοσέλιδη καταχώριση.
  • -ση & -ηση & -ιση & -ωση & -ξη & -ψη : επίθημα θηλυκών ουσιαστικών, συνήθ. αφηρημένων, παράγωγων από ρήματα, για δήλωση ενέργειας ή αποτελέσματος: (αποθηκεύω) αποθήκευ-ση. (Εκποιώ) εκποί-ηση. (Εξαφανίζω) εξαφάν-ιση. (Ανακυκλώνω) ανακύκλ-ωση. (Μεταλλάσσω) μετάλλα-ξη. (Απορρίπτω) απόρρι-ψη.|| Πρόσχ-ωση.
  • -σημία (λόγ.): επίθημα θηλυκών ουσιαστικών για δήλωση αριθμού σημασιών: (με αριθμητ.) δι~.|| Πολυ~.|| Aμφι~
  • -σημο {-σήμου (σπανιότ.) -σημου | -σήμων (σπανιότ.) -σημων}: επίθημα ουδέτερων ουσιαστικών για δήλωση είδους ενσήμου, χαρτοσήμου: γραμματό~.|| Μεγαρό~/σπατό~. Δωρό~/εργό~/φορό~.|| Γρηγορό~.|| (παλαιότ.) Δικηγορό~/μηχανό~.
  • -σημος , η, ο (λόγ.) επίθημα επιθέτων με αναφορά σε 1. αριθμό σημασιών: δί~. Aμφί~. Πολύ~ (πβ. πολυ-σήμαντος). 2. συγκεκριμένο μουσικό μέτρο ή πρόσημο: πεντά~ (πβ. -χρονος).|| Ομό~.
  • -σθενής , ής, ές {-σθενούς | -σθενείς (ουδ. -σθενή)}: ΧΗΜ. επίθημα για τον σχηματισμό επιθέτων που δηλώνουν το σθένος: μονο~/δι~/πολυ~ (ρίζα).
  • -σία βλ. -ία
  • -σιά βλ. -ιά2
  • -σκελής , ής, ές {-σκελούς | -σκελείς (ουδ. -σκελή)} (λόγ.): επίθημα για δήλωση αριθμού ή μεγέθους σκελών: τρι~.|| (σε σύγκριση, παραβολή) (Aν)ισο~.
  • -σκεπής , ής, ές {-σκεπούς | -σκεπείς (ουδ. -σκεπή)} (λόγ.): επίθημα με τη σημασία του σκεπασμένος, καλυμμένος: θαμνο~/χιονο~ (πβ. -σκέπαστος). Νεφο~.|| Kεραμο~.|| Α~.
  • -σκόπηση (λόγ.) επίθημα κυρ. αφηρημένων θηλυκών ουσιαστικών που δηλώνει 1. έρευνα, μελέτη: δημο~ (πβ. -μέτρηση).|| Ανα~/επι~. 2. ΙΑΤΡ. εξέταση σε όργανο ή περιοχή του σώματος: αγγειο~/αρθρο~/βρογχο~/γαστρο~/κολονο~/κολπο~/κυστεο~/λαπαρο~/μεσοθωρακο~/οισοφαγο~/ουρηθρο~/οφθαλμο~/πρωκτο~/υστερο~. Πβ. -σκοπία. 3. ΤΕΧΝΟΛ. εγγραφή εικόνας ή/και ήχου με ειδικό τρόπο ή μέσο: βιντεο~/μαγνητο~.

-γενής

-γενής, ής, ές {-γενούς (προφ.) -γενή | -γενείς (ουδ. -γενή)}: επίθημα για την παραγωγή επιθέτων που δηλώνουν προέλευση, σύσταση ή σειρά σε κλίμακα: αλλο~/ανομοιο~/γη~/δι~/εγ~/ελληνο~/ενδο~/εξω~/ερωτο~/ετερο~/ευ~/θνησι~/ιθα~/ιο~/καρκινο~/λατινο~/μονο~/ομο~/ομοιο~/παθο~/ρηξι~/σεισμο~/συγ~/τρι~/ψυχο~. Bλ. -γόνος.|| Πρωτο~/δευτερο~/τριτο~.

-ία

-ίαεπίθημα θηλυκών ουσιαστικών που 1. παράγονται από ρήματα ή ουσιαστικά και δηλώνουν ενέργεια ή αποτέλεσμα: επιθυμ~ (επιθυμώ)/καταγγελ~ (καταγγέλλω)/φιλονικ~ (φιλονικώ).|| Αρχαιοκαπηλ~ (αρχαιοκάπηλος)/κερδοσκοπ~ (κερδοσκόπος)/προεδρ~ (πρόεδρος). 2. σχηματίζονται από επίθετα και φανερώνουν κατάσταση ή ιδιότητα: ομοφων~ (ομόφωνος)/φυγοπον~ (φυγόπονος). 3. αποτελούν επιστημονικούς όρους και αναφέρονται σε πάθηση ή γενικότ. μη φυσιολογική κατάσταση: (ΙΑΤΡ.) αμνησ~/αναφυλαξ~/δυσεντερ~/πνευμον~.|| Aϋπν~/δυσπεψ~. 4. ανήκουν στην κατηγορία των τοπωνυμίων: Ινδ~/Ιταλ~/Σερβ~.|| Θεσσαλ~/Μακεδον~.

-ια2

-ια2: επίθημα θηλυκών ουσιαστικών για δήλωση λουλουδιών ή σπανιότ. δέντρων: γαρδέν~/καμέλ~/ντάλ~.|| Αροκάρ~.

-φυλλος

-φυλλος, η, ο β' συνθετικό επιθέτων που αναφέρονται σε 1. ιδιότητες των φύλλων φυτού ή ορισμένο αριθμό πετάλων άνθους: λεπτό~. (ουσ.) Τα πλατύ-φυλλα.|| Τετρά-φυλλο τριφύλλι. 2. αριθμό σελίδων: (ουσιαστικοπ.) Εκατοντά-φυλλο.|| (για έντυπο) Δί~. Βλ. -σέλιδος. 3. κινητό τμήμα παραθύρου, πόρτας ή επίπλου: δί-φυλλη/τρί~ ντουλάπα.|| (ως ουσ.) Θυρό-φυλλο. Αλουμινό~.

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.