-αλός , ή, ό: επίθημα που δηλώνει χαρακτηριστικό, ιδιότητα: ντροπ~/παρδ~/ροδ~.
-αμάρα & -μάρα & -ομάρα & -ωμάρα (προφ., με αρνητ. συνυποδ.): επίθημα αφηρημένων ουσιαστικών θηλυκού γένους που δηλώνουν ιδιότητα ή κατάσταση: βουβ-αμάρα/κουτ~/κουφ~/μουγγ~/σαχλ~/σιχ~. Βαριεστη-μάρα. Χαζ-ομάρα. Στραβ-ωμάρα/φαγ~. Πβ. -άρα.
-άμενος , η, ο (προφ.-λογοτ.): κατάληξη μετοχής παθητικού ενεστώτα με χρήση επιθέτου ή σπανιότ. ουσιαστικού: τρεμ~.|| (σε εκφρ.) Ζωή χαρισ-άμενη. Επί ξύλου κρεμ-άμενη. Σειν-άμενη (και) κουν-άμενη.|| Ο λεγ~. Βλ. -όμενος, -ούμενος.
-άνθρωπος β' συνθετικό για τον σχηματισμό ουσιαστικών και επιθέτων που δηλώνουν 1. συνήθ. χαρακτηριστικό γνώρισμα, ιδιότητα προσώπου ή ομοιότητα με αυτό: αγρι~/αρχοντ~/βατραχ~/λεβεντ~/μισ~/φιλ~/χιον~.2. πρόσωπο που ασχολείται συστηματικά με κάτι: θεατρ~/μπασκετ~/ποδοσφαιρ~.3. σύνολο μελών μιας ομάδας: πολυάνθρωπη (= πολυπληθής) κοινότητα. Πβ. -μελής, -πρόσωπος.
-ανίζω: επίθημα ρημάτων που παράγονται από ονοματοποιημένες λέξεις: κριτσ~/μουγκ~/χαχ~. Βλ. -αρίζω.
-άνιο {-ανίου (σπάν.) -άνιου}: επίθημα οργανικών ενώσεων που αποτελούνται από άνθρακα και υδρογόνο: αιθ~/μεθ~/οκτ~/προπ~. Bλ. αλκάνια.
-ανός, -ανή, -ανό επίθημα για τον σχηματισμό επιθέτων που δηλώνει 1. χρονική στιγμή ή περίοδο: μεθαυρι~/μεσημερι~. Πβ. -ιάτικος.|| (ως ουσ., ΙΣΤ.) Τα Δεκεμβρι-ανά/Ιουλι-ανά.2. ό,τι σχετίζεται με το πρόσωπο που εκφράζει η πρωτότυπη λέξη: βικτωρι~ (< Βικτωρία)/γρηγορι~ (< Γρηγόριος).
-άρας: μεγεθυντική κατάληξη αρσενικών κυρίων ονομάτων και επίθημα για τον σχηματισμό επωνύμων του ίδιου γένους: (οικ.) Μητσ~/Παυλ~.|| Παναγιωτ~.
-αράς, -αρού {σπάν. ουδ. -αράδικο (λαϊκό) -αρούδικο} (επιτατ.): επίθημα για τον σχηματισμό μεγεθυντικών ουσιαστικών: κοιλ~/υπν~/ψευτ~.
-άκι
-άκι {χωρ. γεν.} υποκοριστικό επίθημα για τον σχηματισμό ουδέτερων ουσιαστικών και σπανιότ. επιρρημάτων που δηλώνει 1. σμίκρυνση, συχνά σε χαϊδευτική ή ειρωνική χρήση και ιδ. οικειότητα: γατ~ (βλ. -ούλι)/κεφτεδ~/σκετσ~. Αγορ~/διαβολ~/ζευγαρ~/παιδ~/φιλ~.|| (από θηλ. κύρια ονόματα) Ελεν~.|| (μειωτ.) Eπαρχιωτ~.|| (για παράγωγα με σημασιολογική διαφοροποίηση από την πρωτότυπη λέξη:) Αλογ~/γκαζ~/καζαν~. Καλαμαρ-/φασολ-άκια. || Σινεμαδ~. Βλ. -αλάκι, -αράκι, -ουδάκι.2. μετριασμό, συνήθ. σε ευγενική παράκληση, ή σχετικότητα: (Έλα σε) λιγ~.|| Απογευματ~/βραδ~.
-αρίζω & -ρίζω & -ουρίζω
-αρίζω & -ρίζω & -ουρίζω επίθημα ρημάτων που παράγονται από: 1. ονοματοποιημένες λέξεις: κακ-αρίζω. Νιαου-ρίζω. Πλατσ-ουρίζω. Βλ. -ανίζω.2. (μόνο για το -αρίζω) ουσιαστικά και προσδιορίζουν τη συμπεριφορά: παιδι~. Βλ. -ίζω.3. (μόνο για το -αρίζω) αριθμητικά και δηλώνουν ηλικία κατά προσέγγιση: πενηντ~/σαραντ~ (= μπαίνω στα σαράντα).
-ιανός
-ιανός, ή, ό επίθημα για τον σχηματισμό επιθέτων∙ δηλώνει 1. προέλευση, καταγωγή: (παράγ. από κύριο όν.) Παρ~/Συρ~ (βλ. -ιος). Χολιγουντ~.|| Ελισαβετ~/καντ~.2. χρόνο ή τόπο: (παράγ. από ουσ.) μεσημερ~. (σπανιότ. από επίρρ.) Αυρ~. Πβ. -ιάτικος.|| Παλατ~. Πβ. -ινός.
-μός
-μός & -αμός & -εμός & -ημός & -ωμός & -γμός & -σμός: επίθημα αφηρημένων αρσενικών ουσιαστικών που παράγονται από ρήματα και δηλώνουν ενέργεια ή αποτέλεσμα: (χάνω) χα-μός/(μισεύω) μισε-μός. (Μετρώ) μετρ-η-μός. (Τελειώνω) τελει-ω-μός. (Υπαινίσσομαι) υπαινι-γ-μός. (Αιφνιδιάζω) αιφνιδια-σ-μός.
Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα 210 3664700 Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.